Τι καθιστά τους πρόσφυγες ευάλωτους από την άποψη της ψυχικής υγείας; Είναι τα όσο τράβηξαν μέχρι να έρθουν εδώ, ή τα όσα τραβάνε εδώ; Αν κανείς αναζητήσει τον κυρίαρχο λόγο σχετικά με τις ψυχικές συνέπειες της προσφυγιάς και της μετανάστευσης, θα διαπιστώσει μια διαρκή διολίσθηση από την παρούσα συνθήκη προς «όλα εκείνα» τα οποία οι μετανάστες και οι πρόσφυγες τράβηξαν «εκεί», στις χώρες καταγωγής, και «μέχρι εδώ», στο δύσκολο ταξίδι. Η έμφαση πέφτει στις συνέπειες που έχει για την κατάστασή τους «εδώ» το τραυματικό και παρελθοντικό «εκεί». Το τραύμα εκδηλώνεται μεν «εδώ», αλλά κατά κύριο λόγο, προκλήθηκε, συνέβη «αλλού». Ο λόγος των κινημάτων και των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του επιστημονικού λόγου που στηρίζει, μπορεί να προσπαθεί να ακουστεί, να αναφερθεί στην ιστορία του πρόσφυγα προκειμένου να αρθρώσει ένα «εδώ και τώρα» για την κατάσταση του. Βλέποντας, όμως, πώς αποτυπώνεται το ζήτημα συνολικά, τα κυρίαρχα ενδιαφέροντα της επιστήμης φαίνεται να είναι «αλλού», στο «πριν» την μετανάστευση, στις χώρες καταγωγής, εκεί που οι άνθρωποι φορτώνονται διάφορους βακίλους «εξαφανισμένων» μολυσματικών νόσων όπως και ψυχικά τραύματα, και όχι στο «εδώ», που είναι το «εδώ, σε μας», δίπλα μας κακοποιούνται, φυλακίζονται, εξευτελίζονται, σκοτώνονται.
Το «εδώ» του τραύματος. Ένας άνθρωπος φτάνει σε μια νέα ήπειρο με το όνειρο να ξεφύγει από τον εφιάλτη. Στη νέα ήπειρο δε ρωτούν για το όνειρο, ρωτούν για τον εφιάλτη. Οι λόγοι για τους οποίους οι πρόσφυγες φεύγουν από τους τόπους τους, οι εμπειρίες τους «εκεί» και «μέχρι εδώ» – πόλεμος, βασανιστήρια και σωματική βία, σεξουαλική κακοποίηση, φτώχεια, απομάκρυνση από οικείους, οι κίνδυνοι του ταξιδιού κ.λπ. – διερευνούνται από τη σκοπιά της ψυχικής υγείας ως «στρεσογόνοι παράγοντες» και «παράγοντες επικινδυνότητας», οι οποίοι μπορούν, αργότερα, δηλαδή: «εδώ», να οδηγήσουν στην εκδήλωση κατάθλιψης, διαταραχής μετατραυματικού στρες[1], ή άλλης ψυχικής νόσου. Είναι, πάντως, η «προ-μεταναστευτική» φάση της ζωής του πρόσφυγα και η ψυχική της επίπτωση που έχουν βαρύτητα κι από πίσω τους την περισσότερη έρευνα, καθώς με αναφορά και σε αυτές γίνεται η κρίση των αιτημάτων ασύλου (screening). Ακόμα και σε χώρες που συζητούν ή και τηρούν στοιχειώδη μέτρα και κριτήρια πρόσβασης, το «εδώ» (δηλαδή, η ίδια εμπειρία της κράτησης, της αναζήτησης του ασύλου και όλες οι κακουχίες στη χώρα υποδοχής) πάντα παραμένει σχετικά παραμέλημένο και υποερευνημένο. Ο λόγος είναι κύρια πολιτικός και ιδεολογικός: το τραύμα του «εκεί» και του «πριν» πρέπει να υπερσκελίζει, να επισκιάζει το τραύμα του «εδώ» και του «τώρα». Για να καλύψει κανείς την κόλαση του «εδώ», χρειάζεσαι μιαν άλλη (ψυχολογιοποιημένη, αισθητικοποιημένη, ατομικά κατανεμημένη και εξονυχιστικά ψαγμένη) κόλαση του «εκεί». Ο ψυχισμός του πρόσφυγα πρέπει να εργαλειοποιείται πολλαπλώς, όπως κάθε τι που «φέρνει»: τη ζωή του ως εργατική δύναμη, την διαφορετικότητά του ως απειλή. Ο ψυχισμός του ειδικά να γίνεται ένας φορέας αποδείξεων (evidence) για το δίκαιο (το «εξαναγκασμένο», το δικαιολογημένο, το αιτιολογημένο, το τεκμηριωμένο…) της προσφυγιάς και του αιτήματος. Οι έρευνες που εστιάζουν στην «προ-μεταναστευτική εμπειρία» μπορεί να εξυπηρετούν με αντιφατικό τρόπο τόσο την προστασία των προσφύγων όσο και μιαν εξειδίκευση στην απάνθρωπη διαλογή ανθρώπων, του «ποιος λέει την αλήθεια» και ποιος απλά προσπαθεί «να τη βολέψει». Αλλά έτσι γίνεται παράλληλα ο ψυχισμός του πρόσφυγα ένα πεδίο ανομολόγητης εφαρμογής και εξοικείωσης των ανθρώπων με ψυχικούς συμψηφισμούς. Το τι υφίσταται κανείς «εδώ» οπωσδήποτε δε συγκρίνεται με αυτά που υπέστη «εκεί» (διότι αν καταλήξει να συγκρίνεται, τότε «ποιος ο λόγος» κανείς να – αναλάβει το ρίσκο να – μεταναστεύσει; …λένε όσοι δε χρειάστηκε ποτέ να μεταναστεύσουν…)
Στο βεβιασμένα ενοποιημένο πεδίο της «ψυχικής υγείας των προσφύγων», η παραμέληση του τραύματος του «εδώ», ή ακόμα και η σύμφυρση των συνεπειών του «εκεί» με τις συνέπειες του «εδώ» [2] ασκεί μια πολιτική και ιδεολογική λειτουργία, που κάνει το «εδώ» σε σχέση με το «εκεί» να ωχριά, να φαντάζει λίγο-πολύ… irrelevant. Άλλωστε, ο πρόσφυγας εξυπηρετεί το να είναι τοποθετημένος ψυχικά «εκεί», μακριά, στον τόπο και την εμπειρία της καταγωγής του: η διερεύνηση της «προ-μεταναστευτικής» εμπειρίας πολύ εύκολα εκπίπτει σε ένα είδος «ψυχικού επαναπατρισμού», για να το θέσουμε έτσι. Μέσα σε αυτές τις γραμμές, ακόμα και το αντίρροπο «εδώ και τώρα» της αλληλεγγύης ή της θεραπείας είναι αντιφατικό, μπορεί εύκολα να εκπέσει σε ένα είδος διαγραφής/παραγραφής του παρελθόντος, να μετατραπεί σε προσήλωση απόγνωσης στο άχρονο και αποπλαισιωμένο παρόν, όπου δεν υπάρχει πολιτική, κοινωνία, ευθύνη, μέλλον, παρά μόνο διαχείριση. Αυτός φαίνεται να είναι ο ψυχικός χρόνος στον οποίο εξουδετερώνεται ο πρόσφυγας ως υποκείμενο: ένα εκκρεμές μετεωριζόμενο από ένα καθοριστικό και καταστροφικό «πριν» προς ένα «τώρα» της άμεσης και στοιχειώδους επιβίωσης. Είναι κι αυτός ένας τρόπος με τον οποίο μια συνοριακή γραμμή χαράσσεται ανάμεσα στο «εκεί» και το «εδώ», η οποία μονώνει από τις ευθύνες για την καταστροφή και των δύο: αυτό που συνέβη «εκεί» στους πρόσφυγες δεν έχει να κάνει με τους ίδιους τους πρωτοκοσμικούς, κι αυτό που τους συμβαίνει «εδώ» είναι σίγουρα προτιμότερο, όσο άσχημο κι αν είναι.
Το τραύμα του «εδώ». Αν κανείς αναζητήσει πιο εστιασμένα τον επιστημονικό λόγο σχετικά με το «εδώ» της εμπειρίας των προσφύγων, θα βρει ότι πολύ περιθωριακά, αναζητεί διέξοδο η δραματική όσο και αυτονόητη αλήθεια: η εμπειρία των προσφύγων και των μεταναστών «εδώ» είναι από μόνη της καταστροφική ψυχικά.
- Η κράτηση, η μακρά και αδιέξοδη διαδικασία ασύλου, το επισφαλές καθεστώς γενικά, και οι περισσότερες εμπειρίες στο νέο τόπο ζωής, έχουν τρομακτικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία, και μάλιστα μια δυναμική πρόκλησης ψυχοπαθολογίας ανεξάρτητη από το τι έχει υποστεί ο πρόσφυγας «εκεί» και «μέχρι να έρθει εδώ»[3].
Μια όχι-και-τόσο απαραίτητη, αλλά εν πάση περιπτώσει καλοδεχούμενη διαβεβαίωση, ότι τα όσο τραβάνε οι πρόσφυγες και οι μετανάστες «εδώ» φτάνουν και περισσεύουν για να καταθλίψουν και να τρελάνουν κάποιον. Ότι η κράτηση και η επισφάλεια δεν είναι ψυχικά καταστροφικές επειδή την υφίστανται ψυχικά ασθενείς ή ψυχικά επιβαρυμένοι άνθρωποι, αλλά η κράτηση και η επισφάλεια είναι παράγοντες που αρκούν να οδηγήσουν σε ψυχοπαθολογία. Μια συστηματική επισκόπηση σε περιοδικό κύρους[4], πριν μερικά χρόνια, από την οποία αντλούμε, έκανε λόγο για ένα πεδίο έρευνας «στα σπάργανα» με μεγάλες δυσκολίες πρόσβασης σε δεδομένα, σε ένα «έντονα πολιτικοποιημένο πλαίσιο». Ας σημειώσουμε ακόμη δυο σημεία από τη μελέτη, για τα οποία σημεία, ασφαλώς, όπως και για κάθε τι άλλο, σημειώνεται ότι απαιτείται περισσότερη έρευνα (η οποία για να γίνει, ασφαλώς, απαιτείται ανεμπόδιστη πρόσβαση!):
- Στα παιδιά και τους εφήβους η κράτηση προκαλεί και αναπτυξιακά, συμπεριφορικά και γνωστικά πρόβληματα επιπροσθέτως προς την ψυχική επιβάρυνση ή παθολογία.
- Οι ψυχολογικά επιβαρυντικές συνέπειες της κράτησης επιμένουν για χρόνια μετά το τέλος αυτής.
- Ορισμένες εκδηλώσεις τραυματικού άγχους στους υπό κράτηση μετανάστες και πρόσφυγες, μπορεί να είναι πρόδρομες αντιδράσεις στα όσα ξέρουν οι πρόσφυγες ότι θα αντιμετωπίσουν αργότερα, μετά το πέρας της κράτησής τους, «ελεύθεροι» πια, στους δρόμους, στις υπηρεσίες και στους χώρους εργασίας της χώρας που τους κρατά εκείνη τη στιγμή δέσμιους.
Το τελευταίο σημείο εισάγει το «μετά». Δεν είναι το «μετά» ως χρόνος εκδήλωσης των συνεπειών ενός τετελεσμένου τραυματικού γεγονότος, είναι το «μετά» της ανασφάλειας για ένα μέλλον γεμάτο ορατές κι αδιόρατες αντιξοότητες. Είναι το «μετά» της απόγνωσης, αλλά και το «μετά» της ελπίδας και του αγώνα. Είναι το «μετά» που αφορά τον κάθε άνθρωπο, ως μια άρρηκτη ενότητα στο χρόνο και το χώρο που είναι η ζωή του, χωρίς συνοριακές γραμμές. Οπωσδήποτε, αυτό το «μετά» δεν αφορά το κύριο ρεύμα της επιστήμης, το οποίο ανίκανο να συλλάβει αυτές τις διαστάσεις, δεν έρχεται «μετά» αλλά πάντα αργά, για να διαπιστώσει, να τυποποιήσει, να συμμαζέψει, ή έστω να προδιαγράψει (πρόγνωση) ένα ζοφερό μέλλον το οποίο θα επιχειρήσει ίσως να προλάβει (πρόληψη), σε ανάλογες περιπτώσεις – όχι, όμως, να συντελέσει στο ριζικό μετασχηματισμό του[5].
Και στην Ελλάδα; Στη χώρα που έχει λίγο ως πολύ ανεχθεί το Φαρμακονήσι, στη χώρα της «επ’ αόριστον» κράτησης, η ψυχική υγεία των προσφύγων μοιάζει με θύμα της μοίρας, με χρόνιο πάσχοντα, τρόφιμο ιδρύματος ξεχασμένο πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες. Αναμενόμενο (δηλαδή, απάνθρωπο) όταν όλες οι αναφορές του κόσμου για το τι έχουν περάσει οι πρόσφυγες που έρχονται εδώ δε φαίνεται να φτάνουν να τεκμηριώσουν ότι έχουν το δικαίωμα σε μια στοιχειωδώς καλύτερη ζωή… ακριβώς εδώ ή όπου θέλουν να πάνε. Δε φτάνουν να «πείσουν» ότι δεν αξίζει σε κανέναν να περνάνε αυτά που περνάνε, γιατί ακόμα κι αν αποφύγουν τη σωματική βία ή τον εγκλεισμό, το άγχος, η απαξίωση, η εκμετάλλευση και η στέρηση που υφίστανται εδώ είναι ψυχικά καταστροφικές εμπειρίες. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, η κόλαση του «εκεί», η αναφορά στους πολέμους και τη δυστυχία που άφησαν πίσω οι πρόσφυγες, δε φτάνει να συγκινήσει, να καταλύσει αλλαγές, δεν αξιοποιείται καν προσχηματικά και υποκριτικά για τον εξωραϊσμό του καθεστώτος εξαίρεσης με το άνοιγμα μιας συζήτησης σχετικά με το ποιοι δικαιούνται και πως την προστασία[6]. Εδώ κανόνες είναι οι βαθμοί της αυθαιρεσίας. Εδώ δε χρειάζεται μια κόλαση για να συγκαλύψει μιαν άλλη κόλαση. Η απόλυτη αθλιότητα μπορεί να μένει για καιρό σε κοινή θέα, λίγο έξω ή λίγο πιο βαθιά στις πόλεις. Για πόσο καιρό, αυτό εξαρτάται από μας…
Ένας ψυχολόγος, μέλος του Φόρουμ
[1] Σύμφωνα με τα όσα λέμε σε αυτό το κείμενο, αυτή η διαταραχή θα έπρεπε να ονομαστεί στην περίπτωση των προσφύγων ως «Εκεί-τραυματικό» στρες, καθώς οι μετανάστες παθαίνουν το τραύμα εκεί, πάντα εκεί, μακριά…
[2] Όπως λ.χ. όταν οι κακουχίες στη χώρα υποδοχής και κλινικής εξέτασης του πρόσφυγα συνεκτιμώνται και θεωρούνται ότι τρόπον τινά συντελούν ή «συν-εγκαθιστούν» ή καταλύουν την εμφάνιση ψυχοπαθολογίας, της οποίας, όμως, το «έδαφος» εμφάνισης είναι το «προ-μεταναστευτικό» ιστορικό.
[3] Η έρευνα που συνήθως αναφέρεται έγινε στην Αυστραλία: Steel, Z., Silove, D., Brooks, R., Momartin, S., Alzuhairi, B., & Susljik, I. N. A. (2006). Impact of immigration detention and temporary protection on the mental health of refugees. The british journal of psychiatry, 188(1), 58-64.
[4] Robjant, K., Hassan, R., & Katona, C. (2009). Mental health implications of detaining asylum seekers: systematic review. The british journal of psychiatry,194(4), 306-312.
[5] Ας ελπίσουμε ότι θα μπορέσουμε μια μέρα να σκεφτούμε την ψυχική υγεία από τη σκοπιά μιας τέτοιας χρονικότητας : «Οι ίδιες οι άκαμπτες γραμμές διαίρεσης ανάμεσα στο μέλλον και το παρελθόν καταρρέουν, το μέλλον που δεν έγινε ποτέ γίνεται ορατό μέσα στο παρελθόν, σ’ ένα παρελθόν γδικιωμένο, που δεν αφήνεται άκληρο, αλλά μεσολαβείται και εκπληρωνεται στο μέλλον». Ernst Bloch, The Principle of Hope. Introduction. http://www.marxists.org/archive/bloch/hope/introduction.htm
[6] Μια συζήτηση «κριτηρίων» που γνωρίζουμε πως μπορεί να μην είναι άλλο από «τακτική αποτροπής» με νομικο-επιστημονικό περίβλημα, αλλά που θα επιτρέψει έστω στη φωνή των πνιγμένων κάπου να ακουστεί, για να το θέσουμε με αυτόν τον ανατριχιαστικό τρόπο. Και κείνο που εδώ μας ενδιαφέρει δεν είναι να αιτηθούμε ή να συμβάλλουμε σε μια τέτοια συζήτηση, αλλά να επισημάνουμε την απουσία της ως σύμπτωμα μιας ακραίας σήψης, ως πολιτικό και όχι ως τεχνικό ζήτημα.
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...